Η προσευχή για τους νεκρούς γίνεται με προσφορά της Θ. Ευχαριστίας την τρίτη, την ενάτη και την τεσσαρακοστή ημέρα από του θανάτου, με το λεγόμενο Μνημόσυνο. Δηλαδή με την παράκληση στον Χριστό να “θυμάται” μονίμως τον αγαπημένο από μας (τους συγγενείς και από την κοινότητα, στην οποία ανήκε) νέκρο.
«Αίωνία ἡ μνήμη» ψάλλουμε, εννοώντας φυσικά από μέρους του Χριστού! Μνημόσυνο σημαίνει “ενθύμιο, υπόμνημα-ενθύμηση”. Το να “θυμάται” κάποιον ο Χριστός, αυτό είναι σωτηρία! Άλλωστε και μεις οι ζωντανοί, κατανοώντας σωστά το περιεχόμενο της προσευχής του ληστή, παρακαλούμε τον Χριστό για μας λέγοντας: Μνήσθητί μου, Κύριε.
Εν συνεχεία η Εκκλησία δύο φορές τον χρόνο (δύο μόνον είναι τα Ψυχοσάββατα, την παραμονή της Κυριακής των Απόκρεω και την παραμονή της Πεντηκοστής) προσεύχεται για την ανάπαυση των νεκρών της.
Ας δούμε λοιπόν, τι ακριβώς είναι το Ψυχοσάββατο.
Ο Χριστός “επεξηγώντας” στους Σαδδουκαίους το μυστήριο της αναστάσεως των νεκρών έλεγε ότι είναι Θεός του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ και ότι “οὐκ ἔστιν Θεός νεκρῶν, ἀλλά ζώντων” (Ματθ. 22, 32). Αυτή την διδαχή του Χριστού ακολουθώντας η Εκκλησία έθαπτε τους βιολογικά νεκρούς Χριστιανούς έξω από τον ναό, εντός του οποίου τελούσε τα μυστήρια και ιδιαιτέρως την Ευχαριστία, θεωρώντας ότι “παρά τῷ Θεῷ πάντες ζῶσι”.
Τα ψυχοσάββατα και τα μνημόσυνα των κεκοιμημένων (όταν τελούνται με τον σωστό τρόπο) είναι η ουσιαστικότερη φανέρωση του μυστηρίου της Εκκλησίας του Χριστού. Μέσα στην Εκκλησία οι άνθρωποι αγωνίζονται να πάψουν να είναι μονάδες, μέλη, τμήματα και προσπαθούν να ενωποιηθούν με το ένα σώμα του Χριστού. Να γίνουν αδέρφια. Να ελευθερωθούν από το αποσπασματικό και να γίνουν ολοκληρία. Να βιώσουν τα λόγια της προσευχής του Χριστού προς τον Πατέρα, όταν παρακαλεί για τους μελλοντικούς Χριστιανούς (που θα υπάρξουν από τους λόγους των αποστόλων): “να και αυτοί είναι ένα, όπως εμείς (Πατήρ καί Υἱός) είμαστε ενωμένοι και να ενωθούν μαζί μας για να πιστεύσει ο κόσμος ότι Συ με έστειλες” (Ιω 17, 21).
Αυτό το έργο, της ενώσεως με τον Χριστό και μεταξύ μας, γιορτάζουμε στην εορτή της Πεντηκοστής. Το πνεύμα του Θεού, το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, ο Άγιος Παράκλητος, έρχεται με την Πεντηκοστή στον κόσμο και στην Εκκλησία για να οδηγήσει τους ανθρώπους στην αλήθεια της ελευθερίας από τον εγωισμό ο οποίος κάνει δύσκολη την ενότητα.
Το Πνεύμα το άγιο φωτίζει και αγιάζει τις καρδιές ώστε να μάθουν να αγαπούν και έτσι να μοιάσουν του Χριστού. Ο Χριστός είναι το κέντρο του κύκλου. Εμείς είμαστε οι ακτίνες του κύκλου. Όσο πορευόμαστε προς το κέντρο του κύκλου τόσο πλησιάζουμε και μεταξύ μας. Εγγίζοντας προς τον Χριστό “ἐν ταὐτῷ” εγγίζουμε και προς αλλήλους. Το πνεύμα του Θεού φωτίζει σ᾿ αυτήν την διπλή σχέση ενδυναμώνοντάς μας στον κόπο της εξόδου από την εγωιστική μας αυταπάτη. Μένοντας στον εγωισμό, μένουμε μόνοι. Ακίνητοι, σε αυταπάτη αεικινησίας. Απλησίαστοι και αδιάφοροι. Ξένοι. Με μια καρδιά που γίνεται σιγά-σιγά “λίθινη”. Ο Θεός με το Πνεύμα το Άγιο, δια του προφήτη Ιεζεκιήλ, κραυγάζει: “Δώστε μου την πέτρινη καρδιά σας και θα την κάνω σάρκινη” (Ιεζ. 36, 26). Σε μας μένει να ανταποκριθούμε. Αν ναι, τότε θα ΄ρθει και θα κατοικήσει μέσα μας και θα γεμίσει η καρδιά μας από τα δώρα του Αγίου Πνεύματος: “αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότητα, αγαθωσύνη, πίστη, πραότητα, εγκράτεια” (Γαλ. 5, 22).
Όταν λοιπόν, αυτά, έστω και κατ’ αρχάς και εν μέρει, αρχίσουν να υπάρχουν στα μέλη-χριστιανούς της Εκκλησίας, τότε αρχίζει να σαρκώνεται το μέγα μυστήριο της Εκκλησίας. Τότε οι Χριστιανοί, μέσα στην ελευθερία των τέκνων του Θεού, την οποία Εκείνος τους έδωσε και για την οποία χαίρουν, αγαπούν και νοιάζονται ο ένας τον άλλο. Γίνονται αδέρφια. Αποχτούν κοινότητα σκέψης και τρόπου. Γίνονται κοινότητα σε όλα· στην χαρά, στην θλίψη, στις ανάγκες, στην άνεση. Τότε οι αρετές που φυτρώνουν σιγά-σιγά στην καρδιά αρχίζουν να καρποφορούν και όλοι οι άνθρωποι (δικοί μας και ξένοι) γίνονται, όπως είπαμε, αδέρφια μας.
Γνωρίζοντας την αδυναμία και το τρεπτό της φύσεως οι χριστιανοί αγωνίζονται για όσο γίνεται μεγαλύτερη μετοχή στην χάρη του Αγίου Πνεύματος. Όχι μηχανικά, με μόνη την μετοχή στα μυστήρια, αλλά ουσιαστικά. Με την βοήθεια των μυστηρίων, στην ελευθερία από τον ψυχοσωματικό εγωισμό που εμποδίζει την αγάπη και ανακόπτει την πορεία προς την αδερφό.
Την παραμονή λοιπόν της γιορτής της αγίας Πεντηκοστής που είναι φανέρωση του τρόπου της Εκκλησίας, οι χριστιανοί προσεύχονται για τους αδερφούς τους, που έχουν φύγει από αυτόν τον κόσμο και έχουν περάσει στην κατάσταση, που προσδιορίζεται μόνον από την παρουσία του Χριστού.
Στο μέτρο που κάποιος έγινε μέτοχος των αρετών του Χριστού, κατ᾿ αναλογίαν Του μοιάζει, και τόσο άνεση έχει στην σχέση μαζί Του. Οι μάρτυρες και οι Άγιοι έχουν μεγάλη ομοιότητα και άνεση, οι υπόλοιποι χριστιανοί, «κατ᾿ ἀναλογίαν τῆς ποιότητος». «Ἀστήρ ἀστέρος, διαφέρει ἐν δόξῃ». Κάποιοι βέβαια του μοιάζουν πολύ λίγο ή και επικίνδυνα λίγο, σε βαθμό που το πρόσωπο του Χριστού να είναι γι’ αυτούς ξένο ή και ενοχλητικό!
Έρχεται λοιπόν τώρα η Εκκλησία του Χριστού και προσεύχεται με την Ευχαριστία την παραμονή της αγίας Πεντηκοστής, (που είναι η γιορτή της δυνατότητος της ανθρώπινης αλλαγής), και παρακαλεί τον Κύριο της ζωής και του θανάτου, τον Δεσπότη Χριστό, για όλους όσοι βρίσκονται ενώπιον Του: Να παραβλέψει αδυναμίες. Να συγχωρήσει λάθη. Να παραγράψει αγνοήματα. Να δώσει ζωή. Να φέρει ελπίδα αναπαύσεως.
Η Εκκλησία παρακαλεί και ικετεύει. Ο Χριστός θέλει. Η τραγωδία είναι ότι ίσως κάποιοι δεν επιθυμούν καμιά αλλαγή… Την επομένη μετά το ψυχοσάββατο ημέρα της Πεντηκοστής, όλη η Εκκλησία γονατιστή παρακαλεί για όσους έχουν φύγει “Δέξου Κύριε δεήσεις και ικεσίες για τους γονείς, τους αδερφούς, τα τέκνα, για κάθε άνθρωπο, για όλους όσους έχουν πεθάνει, και ανάπαυσέ τους στην αγκαλιά του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ…”.
Η συμμετοχή μας λοιπόν στην γιορτή, ας γίνει μια προσπάθεια κατανόησης της σχέσης μας με το Άγιο Πνεύμα (κάθαρση-φωτισμό). Ας γίνει μετοχή στα χαρίσματα του, που μόνον στην Εκκλησία υπάρχουν και δίνονται. Ας γίνει αγάπη για την Εκκλησία, τους αδερφούς μας δηλαδή, ζωντανούς και κεκοιμημένους.
Κάποια στιγμή και μεις θα χρειαστούμε αυτή την αγάπη…
ΑΠΟ ΤΟ ΙΝΦΟ ΕΝΟΡΙΑΚΟ